Σμύρνη
" ΄Από το μεγαλείο, στην τραγωδία, του Ανατολικού Ελληνισμού "
Τελευταία Πρωτοχρονιά της Μικρασίας, την Πρωτοχρονιά του μοιραίου έτους 1922, ας στρώσουμε τη θύμησή της με ροδανθούς και υάκινθους, αφήνοντας τη φαντασία να μας σεργιανίσει σε παραδείσους χαμένους αλλά όχι ξεχασμένους: το Αϊβαλί, τα Αλάτσατα, το Αδραμύτιο και τοΑίδίνι∙ τα Βουρλά, το Δικελί, την Έφεσο και τον Τσεσμέ∙ τη Μενεμένη και τα Μουδανιά∙ το Μαρμαρίσι και τα Μοσχονήσια∙ την Προύσα, την Πάνορμο και την Πέργαμο∙ τη Σινώπη, τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα∙ τις Φώκιες και τη Σμύρνη, το “Διαμάντι της Ανατολής”, το “Στέμμα της Ιωνίας” την “πόλη του θρύλου και του πόνου”…
Η Σμύρνη, η “γκιαούρ Ισμίρ”, υποδέχεται την Πρωτοχρονιά του ’22 με ευχές στα αρμενικά, τα ιταλικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ολλανδικά και κυρίως στα ελληνικά, αφού η συντριπτική πλειοψηφία είναι Έλληνες. Η Σμύρνη με τα τριάντα σχολεία την Ευαγγελική Σχολή, το Κεντρικό Παρθεναγωγείο, το Ομήρειο Ίδρυμα κλπ,), με τα τέλεια οργανωμένα νοσοκομεία (με πρώτο και καλύτερο το Γκραικικόν) και τους αρρώστους που καταφθάνουν από παντού για να θεραπευτούν, με τα δραστήρια φιλανθρωπικά της ιδρύματα το Άσυλο των Αστέγων, το Λαϊκό Κέντρο, το Ορφανοτροφείο, τη Φιλόπτωχη Αδελφότητα, το Ταμείο Φτωχών, την Αδελφότητα “Ευσέβεια”, το Σύλλογο Κυριών κ.ά.), με τους δημιουργικούς πνευματικούς συλλόγους της (όπως ο Φιλολογικός Σύλλογος “Όμηρος”, ο Καλλιτεχνικός, ο δημοσιογραφικός κ,ά,), με τα αθλητικά σωματεία της (όπως ο Πανιώνιος και ο Απόλλων) και τις λέσχες της, που συγκέντρωναν όλη την “εκλεκτή κοινωνία”, με τα πολυτελή θέατρα (όπως η Νέα Σκηνή, το Θέατρο Σμύρνης, το Σπόρτιγκ Κλαμπ, το Κράιμερ ή το Γκαίυ) και τους δώδεκα κινηματογράφους της, με τις κατάμεστες τράπεζες…και προπαντός η ονειροπόλα Σμύρνη με τον απελευθερωτικό ελληνικό στρατό και με τις δεκαέξι πανέμορφες ορθόδοξες εκκλησίες της υποδέχεται τον Αϊ-Βασίλη και τον καινούριο χρόνο….
Η μητρόπολη Αγία Φωτεινή λαμποκοπά μέσα κι έξω. Ο επιβλητικός μητροπολίτης Χρυσόστομος με τα χρυσά άμφια και την πατερίτσα του αστράφτει σαν αληθινός βυζαντινός αυτοκράτορας πάνω στο θρόνο του. Το βλέμμα του όμως είναι βυθισμένο στοχαστικά και ανήσυχα στο μέλλον. Λαλεί χαρμόσυνα το πανύψηλο καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής καθώς το μεγάλο βαυαρικό ρολόι του δείχνει ακριβώς 12 κι αντιλαλούν οι καμπάνες των άλλων εκκλησιών απ’ την πόλη και τα μαγευτικά περίχωρά της: το Κορδελλιό, το Αλάμπεη και την Παπασκάλα∙ τα Πετρωτά, την Αγία Τριάδα και το Μερσικλή∙ το Βαϊρακλή και το Δραγάτς∙ το Καρατάσι και το Σαλαγανό∙ την Καλλιθέα(Καραντίνα), την Ενόπη (Γκιοζ Τεπές) και τη Μυρακτή (Κοκάρ-Γιαλή)∙ το Βουρνόβα, το Χατζηλάρ και το Βουνάβασι∙ τον Παράδεισο, το Βουτζά και το Σεβδήκιοϊ…
«Τα στενά της σοκάκια, οι φαντασμαγορικοί βερχανέδες της, τα αρχαϊκά της σπίτια, τα καφασωτά παράθυρα, τα αιώνια μπαλκόνια, οι μιναρέδες, τα ψηλά κωδωνοστάσια, οι τρούλοι της, τα σαχνισίδια της μέσα στο τρεμουλιαστό φως των φαναριών της έδιναν στην πόλη μια εντύπωση έντονα ειδυλλιακή, κάποιο μυστικισμό…»(2) πάντοτε. Μέσα όμως στη νύχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς του ’22 οι μιναρέδες και τα κωδωνοστάσια έμοιαζαν να αποκρεμιούνται σ’ ένα αγκάλιασμα ερωτικό ή θανατηφόρο – δεν ήξερες!
«Το Και, το Παραλλέλι, η Μπελαβίστα, οι Βερχανέδες, οι Μεγάλες Ταβέρνες, το Μπουλβάρ-Αλιότι, ο Κουλές, τα Τράσα (…), τα βαποράκια του Κορδελλιού, το τραμ της πλακόστρωτης προκυμαίας που το ‘σερναν άλογα, τα κατάμεστα με εύθυμο κόσμο κέντρα, τα μονά ζυγά φιστίκια, τα “πολιτάκια” με τα σαντούρια, όλα έμοιαζαν σαν εύθυμες κτυπητές κορδέλες που έπλεκαν ένα χαρωπό γαϊτανάκι. Και μέσα σ’ αυτά η μητέρα να μπαινοβγαίνει με τα παιδιά στα καταστήματα και ν’ αγοράζει τη χαρά του περιττού μέσα σε μεγάλα και μικρά πακέτα…».
Το τελευταίο, βέβαια, επεισόδιο της τραγωδίας (η «καταστροφή», η «έξοδος») θα παιχτεί «επί σκηνής» τον Αύγουστο του ίδιου έτους…
Από τότε οι Ελληνομικρασιάτες, μπορεί να μετρούσαν όπως όλοι οι χριστιανοί το χρόνο με αφετηρία τη Γέννηση του Χριστού, ως πρόσφυγες όμως αναμετρούσαν το χρόνο με αφετηρία την αποφράδα εκείνη μέρα του Αυγούστου που οι πύρινες γλώσσες έζωσαν θανατηφόρα τον Ελληνισμό της Μικρασίας, αφανίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι του και ξεριζώνοντας το υπόλοιπο από τα χώματα όπου για τριάντα ολόκληρους αιώνες ζούσε και δημιουργούσε έργα θαυμαστά. Γι’ αυτό και η βασιλόπιτά τους ουσιαστικά ήταν συνδυασμός του “εορταστικού” άρτου και του “μελίπηκτου” των αρχαίων προσφορών προς τους θεούς και προς τους νεκρούς αντίστοιχα!
Επιμέλεια • Δημήτρης Τσαμπάς
Βιβλιογραφία
• Νεώτερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου
• Εγκυκλοπαίδεια Δομή
• Ελληνική Βικιπαίδεια
• Βασίλης Τζανακάρης, «Δακρυσμένη Μικρασία» (εκδ. «Μεταίχμιο», 2007)
• Richard Clogg, «Σύντομη ιστορία της νεώτερης Ελλάδος»
• Φιλιώ Χαϊδεμένου, «Τρεις αιώνες, μια ζωή» (εκδ. «Λιβάνης»)
• Βασίλης Τζανακάρης, «Δακρυσμένη Μικρασία» (εκδ. «Μεταίχμιο», 2007)
• Η Γενοκτονία των Ελλήνων![](https://scontent-a-ams.xx.fbcdn.net/hphotos-xpa1/v/t1.0-9/10410453_1010933635602963_9005159586847344156_n.jpg?oh=4254cbef587fc09e26132a7456e7cd55&oe=5525C0EC)
" ΄Από το μεγαλείο, στην τραγωδία, του Ανατολικού Ελληνισμού "
Τελευταία Πρωτοχρονιά της Μικρασίας, την Πρωτοχρονιά του μοιραίου έτους 1922, ας στρώσουμε τη θύμησή της με ροδανθούς και υάκινθους, αφήνοντας τη φαντασία να μας σεργιανίσει σε παραδείσους χαμένους αλλά όχι ξεχασμένους: το Αϊβαλί, τα Αλάτσατα, το Αδραμύτιο και τοΑίδίνι∙ τα Βουρλά, το Δικελί, την Έφεσο και τον Τσεσμέ∙ τη Μενεμένη και τα Μουδανιά∙ το Μαρμαρίσι και τα Μοσχονήσια∙ την Προύσα, την Πάνορμο και την Πέργαμο∙ τη Σινώπη, τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα∙ τις Φώκιες και τη Σμύρνη, το “Διαμάντι της Ανατολής”, το “Στέμμα της Ιωνίας” την “πόλη του θρύλου και του πόνου”…
Η Σμύρνη, η “γκιαούρ Ισμίρ”, υποδέχεται την Πρωτοχρονιά του ’22 με ευχές στα αρμενικά, τα ιταλικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ολλανδικά και κυρίως στα ελληνικά, αφού η συντριπτική πλειοψηφία είναι Έλληνες. Η Σμύρνη με τα τριάντα σχολεία την Ευαγγελική Σχολή, το Κεντρικό Παρθεναγωγείο, το Ομήρειο Ίδρυμα κλπ,), με τα τέλεια οργανωμένα νοσοκομεία (με πρώτο και καλύτερο το Γκραικικόν) και τους αρρώστους που καταφθάνουν από παντού για να θεραπευτούν, με τα δραστήρια φιλανθρωπικά της ιδρύματα το Άσυλο των Αστέγων, το Λαϊκό Κέντρο, το Ορφανοτροφείο, τη Φιλόπτωχη Αδελφότητα, το Ταμείο Φτωχών, την Αδελφότητα “Ευσέβεια”, το Σύλλογο Κυριών κ.ά.), με τους δημιουργικούς πνευματικούς συλλόγους της (όπως ο Φιλολογικός Σύλλογος “Όμηρος”, ο Καλλιτεχνικός, ο δημοσιογραφικός κ,ά,), με τα αθλητικά σωματεία της (όπως ο Πανιώνιος και ο Απόλλων) και τις λέσχες της, που συγκέντρωναν όλη την “εκλεκτή κοινωνία”, με τα πολυτελή θέατρα (όπως η Νέα Σκηνή, το Θέατρο Σμύρνης, το Σπόρτιγκ Κλαμπ, το Κράιμερ ή το Γκαίυ) και τους δώδεκα κινηματογράφους της, με τις κατάμεστες τράπεζες…και προπαντός η ονειροπόλα Σμύρνη με τον απελευθερωτικό ελληνικό στρατό και με τις δεκαέξι πανέμορφες ορθόδοξες εκκλησίες της υποδέχεται τον Αϊ-Βασίλη και τον καινούριο χρόνο….
Η μητρόπολη Αγία Φωτεινή λαμποκοπά μέσα κι έξω. Ο επιβλητικός μητροπολίτης Χρυσόστομος με τα χρυσά άμφια και την πατερίτσα του αστράφτει σαν αληθινός βυζαντινός αυτοκράτορας πάνω στο θρόνο του. Το βλέμμα του όμως είναι βυθισμένο στοχαστικά και ανήσυχα στο μέλλον. Λαλεί χαρμόσυνα το πανύψηλο καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής καθώς το μεγάλο βαυαρικό ρολόι του δείχνει ακριβώς 12 κι αντιλαλούν οι καμπάνες των άλλων εκκλησιών απ’ την πόλη και τα μαγευτικά περίχωρά της: το Κορδελλιό, το Αλάμπεη και την Παπασκάλα∙ τα Πετρωτά, την Αγία Τριάδα και το Μερσικλή∙ το Βαϊρακλή και το Δραγάτς∙ το Καρατάσι και το Σαλαγανό∙ την Καλλιθέα(Καραντίνα), την Ενόπη (Γκιοζ Τεπές) και τη Μυρακτή (Κοκάρ-Γιαλή)∙ το Βουρνόβα, το Χατζηλάρ και το Βουνάβασι∙ τον Παράδεισο, το Βουτζά και το Σεβδήκιοϊ…
«Τα στενά της σοκάκια, οι φαντασμαγορικοί βερχανέδες της, τα αρχαϊκά της σπίτια, τα καφασωτά παράθυρα, τα αιώνια μπαλκόνια, οι μιναρέδες, τα ψηλά κωδωνοστάσια, οι τρούλοι της, τα σαχνισίδια της μέσα στο τρεμουλιαστό φως των φαναριών της έδιναν στην πόλη μια εντύπωση έντονα ειδυλλιακή, κάποιο μυστικισμό…»(2) πάντοτε. Μέσα όμως στη νύχτα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς του ’22 οι μιναρέδες και τα κωδωνοστάσια έμοιαζαν να αποκρεμιούνται σ’ ένα αγκάλιασμα ερωτικό ή θανατηφόρο – δεν ήξερες!
«Το Και, το Παραλλέλι, η Μπελαβίστα, οι Βερχανέδες, οι Μεγάλες Ταβέρνες, το Μπουλβάρ-Αλιότι, ο Κουλές, τα Τράσα (…), τα βαποράκια του Κορδελλιού, το τραμ της πλακόστρωτης προκυμαίας που το ‘σερναν άλογα, τα κατάμεστα με εύθυμο κόσμο κέντρα, τα μονά ζυγά φιστίκια, τα “πολιτάκια” με τα σαντούρια, όλα έμοιαζαν σαν εύθυμες κτυπητές κορδέλες που έπλεκαν ένα χαρωπό γαϊτανάκι. Και μέσα σ’ αυτά η μητέρα να μπαινοβγαίνει με τα παιδιά στα καταστήματα και ν’ αγοράζει τη χαρά του περιττού μέσα σε μεγάλα και μικρά πακέτα…».
Το τελευταίο, βέβαια, επεισόδιο της τραγωδίας (η «καταστροφή», η «έξοδος») θα παιχτεί «επί σκηνής» τον Αύγουστο του ίδιου έτους…
Από τότε οι Ελληνομικρασιάτες, μπορεί να μετρούσαν όπως όλοι οι χριστιανοί το χρόνο με αφετηρία τη Γέννηση του Χριστού, ως πρόσφυγες όμως αναμετρούσαν το χρόνο με αφετηρία την αποφράδα εκείνη μέρα του Αυγούστου που οι πύρινες γλώσσες έζωσαν θανατηφόρα τον Ελληνισμό της Μικρασίας, αφανίζοντας ένα μεγάλο κομμάτι του και ξεριζώνοντας το υπόλοιπο από τα χώματα όπου για τριάντα ολόκληρους αιώνες ζούσε και δημιουργούσε έργα θαυμαστά. Γι’ αυτό και η βασιλόπιτά τους ουσιαστικά ήταν συνδυασμός του “εορταστικού” άρτου και του “μελίπηκτου” των αρχαίων προσφορών προς τους θεούς και προς τους νεκρούς αντίστοιχα!
Επιμέλεια • Δημήτρης Τσαμπάς
Βιβλιογραφία
• Νεώτερο Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου
• Εγκυκλοπαίδεια Δομή
• Ελληνική Βικιπαίδεια
• Βασίλης Τζανακάρης, «Δακρυσμένη Μικρασία» (εκδ. «Μεταίχμιο», 2007)
• Richard Clogg, «Σύντομη ιστορία της νεώτερης Ελλάδος»
• Φιλιώ Χαϊδεμένου, «Τρεις αιώνες, μια ζωή» (εκδ. «Λιβάνης»)
• Βασίλης Τζανακάρης, «Δακρυσμένη Μικρασία» (εκδ. «Μεταίχμιο», 2007)
• Η Γενοκτονία των Ελλήνων
![](https://scontent-a-ams.xx.fbcdn.net/hphotos-xpa1/v/t1.0-9/10410453_1010933635602963_9005159586847344156_n.jpg?oh=4254cbef587fc09e26132a7456e7cd55&oe=5525C0EC)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου